Τα άτομα που οδηγούνται στη γυναικοκτονία είναι άνθρωποι της «διπλανής πόρτας»
2 years, 5 months ago
6

Δεν είναι εύκολο να γίνεται κανείς μάρτυρας ενός περιστατικού βίας ειδικά τη στιγμή που σχεδόν μέρα παρά μέρα κρατάμε ενός λεπτού σιγή για μια γυναίκα που δολοφονείται. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι γυναικοκτονίες στην Ελλάδα έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα καθώς σε 10 μήνες το 2021 έχουν καταγραφεί 13 δολοφονίες με θύματα γυναίκες.

Η αρχή για να αλλάξουν τα πράγματα έχει γίνει και είναι σημαντικό να λάβουμε όλοι μέρος. Δεν δικαιούμαστε να αδιαφορούμε για τον συνάνθρωπο μας. Έχουμε ευθύνη απέναντι του και απέναντι στην κοινωνία, την ώρα που ένα έγκλημα τελείται εν γνώσει μας, να μη γίνουμε συνένοχοι.

Με αφορμή την έναρξη σειράς σεμιναρίων που διοργανώνει το Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας σε συνεργασία με το Lean In και τη Γενική Γραμματεία Ισότητας σε περιοχές με υψηλά ποσοστά κακοποίησης γυναικών, σχετικά με το προφίλ των δραστών και τα σημάδια συμπεριφοράς τους που προηγούνται της κακοποίησης ή της γυναικοκτονίας η Αρετή Γεωργιλή, ιδρύτρια του Ελληνικού τμήματος της διεθνούς οργάνωσης Lean In, μιλά στο in.gr.

Η Αρετή Γεωργιλή μας μιλά για τους ανθρώπους που οδηγούνται στην κακοποίηση μια γυναίκας ή ακόμη και τη γυναικοκτονία, για τα χαρακτηριστικά του δράστη που συνήθως παρουσιάζεται ως άτομο της διπλανής πόρτας και τις συμπεριφορές του αλλά και το πως η κάθε γυναίκα ανταποκρίνεται σε αυτές. Ακόμη τονίζει ότι το ζήτημα αφορά κατά κύριο λόγο τον περίγυρο όποιας γυναίκας υφίσταται βία καθώς η ίδια δεν μπορεί να δράσει τη στιγμή που συμβαίνει το περιστατικό.

Άνθρωποι υπεράνω υποψίας οι δράστες

«Τα άτομα που οδηγούνται στο να κακοποιήσουν μια γυναίκα είναι όμορφα, είναι ναρκισσιστές με έντονα χειριστική συμπεριφορά, είναι άτομα της διπλανής πόρτας, δεν δίνουν το δικαίωμα και είναι υπεράνω υποψίας.», αναφέρει η κ. Γεωργιλή.

«Το φαινόμενο ξεκινά με συμπεριφορές υποτιμητικές και προσβολές απέναντι στη γυναίκα. Εξαπατούν τη γυναίκα και την κάνουν να αισθάνεται πως δεν έχει κάποιον άλλο ανάγκη παρά μόνον εκείνον, με αποτέλεσμα εκείνη να απομονώνεται από το φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον της και έτσι να δημιουργείται μια σειρά παραβατικής συμπεριφοράς η οποία κλιμακώνεται.», πρόσθεσε.

Σε σχετική ερώτηση για το αν τα φαινόμενα γυναικοκτονίας είναι σε έξαρση ή αν ο κόσμος δίνει περισσότερη σημασία πλέον σε αυτά η κ. Γεωργιλή ανέφερε:

«Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Σε μια περίοδο πανδημίας υπάρχει πράγματι μια έξαρση στα φαινόμενα βίας κατά των γυναικών όμως μετά το κίνημα MeToo οι γυναίκες μιλούν περισσότερο».

«Στα 100 τηλεφωνήματα του γίνονται στη γραμμή 15900, τα 75 με 80 αφορούν περιστατικά βίας κατά των γυναικών», πρόσθεσε η ίδια.

«Γιατί δεν φεύγει;»

Αυτή τη φορά τα σεμινάρια δεν απευθύνονται στις γυναίκες θύματα, αλλά στα τρίτα πρόσωπα, στον περίγυρο, στους συγγενείς, τους φίλους, τους γείτονες. Αυτούς που συνήθως γνωρίζουν, αλλά δεν μιλούν παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά. Αφορούν στο πώς τα άτομα του περιβάλλοντος που υποψιάζονται κάποιο περιστατικό κακοποίησης μπορούν να δράσουν.

«Πόσοι από εμάς ρωτάμε: «Γιατί δεν φεύγει;». Οι γυναίκες δεν μπορούν να κάνουν κάτι εκείνη τη στιγμή, είτε φοβούνται, είτε δεν μπορούν να στηριχτούν οικονομικά, είτε επειδή νομίζουν πως έτσι είναι ο έρωτας, δεν φεύγουν. Τα άτομα από το περιβάλλον είναι εκείνα που καλούνται να αναγνωρίσουν τα σημάδια και να δράσουν», καταλήγει η κ. Γεωργιλή.

Το επόμενο σεμινάριο γίνεται στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου στην οδό Πειραιώς και Πέτρου Ράλλη και όπως όλα είναι ελεύθερο. Απευθύνεται σε όλους αλλά κυρίως σε άτομα του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος της κάθε γυναικάς.

«Μια γυναίκα δολοφονείται κάθε μήνα»

Αφιέρωμα στα περιστατικά γυναικοκτονιών στην Ελλάδα έκανε, μάλιστα, ο Guardian, με τίτλο «Μια γυναίκα δολοφονείται κάθε μήνα» όπου εκεί αναφέρεται χαρακτηριστικά πως η ήπια ποινή σε άτομα που ασκούν βία κατά των γυναικών εντείνει τα περιστατικά τα οποία καταγράφονται.

Το άρθρο ξεκινά με μια εκτεταμένη αναφορά στην υπόθεση της 31χρονης Ανίσα στην Δάφνη, την οποία μαχαίρωσε μέχρι θανάτου ο σύζυγός της.

Ρίχνει μάλιστα ιδιαίτερο βάρος στην καταγγελία της γειτόνισσας του ζευγαριού, που επισημαίνει ότι η αστυνομία, σε παλαιότερη κλήση της, σταμάτησε με το αυτοκίνητο στο δρόμο αλλά δεν παρενέβη ποτέ.

«Όταν τη σφάξει θα ενημερώσω πρώτα κανένα κανάλι για να σας φωνάξουν», είχε γράψει.

Τρεις εβδομάδες μετά, η Ανίσα ήταν νεκρή.

Τη δολοφονία της Ανίσα ακολούθησαν άλλες εφτά, όλες από συντρόφους ή πρώην συντρόφους των θυμάτων. Μάλιστα, 3 εκ των 11 θυμάτων είχαν προσπαθήσει να καταγγείλουν τη βίαιη συμπεριφορά (πλέον γνωρίζουμε ότι και η 48χρονη Νεκταρία στην Ιεράπετρα είχε κάνει το ίδιο). Ωστόσο, καμία ποινή δεν επιβλήθηκε.

«Δικηγόροι και ακτιβιστές επισημαίνουν τους όρους του ελληνικού ποινικού κώδικα που υποστηρίζουν ότι ενισχύουν την κουλτούρα ανοχής στη βία κατά των γυναικών. Αυτοί οι όροι οδηγούν σε μείωση της ποινής των κατηγορούμενων για ανθρωποκτονία σε περίπτωση που το θύμα “τους προκάλεσε” ή το έγκλημα έγινε εν βρασμώ ψυχής – συχνά αναφέρονταν σ’ αυτό σαν “έγκλημα πάθους” – ή αν ο κατηγορούμενος είχε πρότερο έντιμο βίο και, μετά τον φόνο, μετανόησε. Λένε ότι η προσθήκη του όρου “γυναικοκτονία” στον ποινικό κώδικα θα λειτουργήσει ως αντίβαρο, αφαιρώντας από τους θύτες την ευκαιρία να παρουσιαστούν ως αθώοι άνδρες που ξαφνικά ένιωσαν το συναίσθημα να τους κυριεύει και να δικαιολογήσουν τον φόνο». 

«Οι οικογένειες των θυμάτων λένε ότι η ήπια τιμωρία για γυναικοκτονία είναι μόνο ένας από τους πολλούς τρόπους με τους οποίους το ελληνικό κράτος απογοητεύει τις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένου του να τις αγνοεί όταν καταγγέλλουν ενδοοικογενειακή βία», αναφέρεται.

«Οι υπεύθυνοι της εκστρατείας λένε ότι αυτό μπορεί να αποδειχθεί θανατηφόρο, καθώς η αδράνεια της αστυνομίας ενθαρρύνει τους δράστες και μπορεί να οδηγήσει σε γυναικοκτονία. Τα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, της εθνικής δύναμης, δείχνουν μια σταθερή αύξηση στις αναφορές ενδοοικογενειακής βίας την τελευταία δεκαετία», τονίζει ο Guardian.

 

in.gr