Ληστεία στη Βούλα: Ουκρανοί μπράβοι οι ληστές του Ουκρανού βιομήχανου – Τι αποκαλύπτει η δικογραφία
3 years, 11 months ago
6

Η υπόθεση μοιάζει βγαλμένη από σύγχρονο νουάρ μυθιστόρημα με πινελιές από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Πρωταγωνιστές ένας πάμπλουτος βιομήχανος από την Ουκρανία που αγόρασε βίλα στο Πανόραμα της Βούλας και ήρθε στην Ελλάδα στη δύση

της ζωής του, δύο «κτηνώδεις» bodyguards που η «δουλειά τους» είναι να παλεύουν σε κλουβιά χωρίς κανόνες και οι οποίοι τον έδειραν, τον λήστεψαν, και του αφαίρεσαν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, πλάκες χρυσού, τσαρικά συλλεκτικά νομίσματα και πανάκριβα ρολόγια.

Στην ιστορία, εμπλέκονται (από τις αρχές κατηγορούνται ως ηθικοί αυτουργοί της ληστείας) ένας 55χρονος ανώτατος αξιωματικός της Αστυνομίας στη Μαριούπολη της Ουκρανίας και ο 31χρονος γιος του, εισαγγελέας στην ίδια περιοχή, ο οποίος όμως ζει μόνιμα με την οικογένεια του στη Σαρωνίδα αφού η σύζυγος του διαθέτει μεγάλη οικονομική επιφάνεια ως ιδιοκτήτρια πολυτελούς ξενοδοχείου στα παράλια του Εύξεινου Πόντου.

Κομβικό σημείο η εισβολή των δυο κουκουλοφόρων στη βίλα του εργοστασιάρχη και τα σενάρια που ακολούθησαν. Η αιματηρή ληστεία στο Πανόραμα σημειώθηκε πριν ακριβώς ένα χρόνο, όμως η εξιχνίαση της ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα με τη σύλληψη του 31χρονου εισαγγελέα στα νότια προάστια και την αναζήτηση των δύο bodyguards που την κοπάνησαν αμέσως μετά τη ληστεία και έχουν λουφάξει στην πατρίδα τους.

Όπως προέκυψε από την έρευνα των αξιωματικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Νοτιοανατολικής Αττικής, αμέσως μετά τη ληστεία, το ντουέτο των θηριωδών παλαιστών, έφυγαν οδικώς από τη Βούλα και μέσω Βουλγαρίας έφθασαν στην Ουκρανία έχοντας στο αυτοκίνητο τους (σύμφωνα πάντα με τα όσα υποστήριξε το θύμα)περισσότερο από μισό εκατομμύριο ευρώ, 5,5 κιλά χρυσό σε ράβδους, τέσσερα ολόχρυσα συλλεκτικά τσαρικά νομίσματα και τρία πανάκριβα χρυσά ρολόγια.

Το ΘΕΜΑ παρουσιάζει την δικογραφία της κινηματογραφικής υπόθεσης. Μάλιστα μέσα από τις συνολικά επτά καταθέσεις του 72χρονου θύματος ξετυλίγεται το κουβάρι της απίστευτης ιστορίας, ενώ σοβαρά στοιχεία δίνει και η απολογία του 31χρονου Ουκρανού εισαγγελέα που δεν προφυλακίστηκε, αλλά του επιβλήθηκαν αυστηροί περιοριστικοί όροι.

Η περιγραφή που σοκάρει

Το κλιμάκιο της Ασφάλειας Νοτιοανατολικής Αττικής που ανέλαβε να εξιχνιάσει την ληστεία, βασίστηκε στις περιγραφές και τα στοιχεία που τους έδωσε το θύμα για τη ζωή του και τις επαφές στην Ελλάδα, αλλά και σε ένα τυχαίο περιστατικό που σημειώθηκε στην Γλυφάδα έξι μήνες πριν την αιματηρή επίθεση στη βίλα του βιομηχάνου. Ήταν μεσημέρι της 23ης Απριλίου του 2019.

Στη Γλυφάδα εντοπίζονται από την ομάδα ΔΙ.ΑΣ δυο ύποπτοι άνδρες. Όπως προκύπτει είναι ένας 45χρονος Ρώσος και ο συνομήλικος Ουκρανός που στην κατοχή τους είχαν πλαστά πιστοποιητικά έγγραφα, μια περούκα και τα κινητά τηλέφωνα. Πρόκειται για τον Μπελάσοφ και τον Λαφαζάν, τους δυο σωματοφύλακες δηλαδή που έξι μήνες αργότερα ληστεύουν τον 72χρονο Ουκρανό βιομήχανο. Έτσι οι αστυνομικοί είχαν τα αποτυπώματα και τις φωτογραφίες των δυο αλλοδαπών. Στοιχείο καταλυτικό για την λύση του γρίφου.

«Είμαι μόνιμος κάτοικος Ελλάδος, στο Πανόραμα Βούλας. Στις 10:20 το βράδυ της 18ης Οκτωβρίου του 2019, επέστρεψα σπίτι μου. Ανεβαίνοντας στο επίπεδο που βρίσκεται ο χώρος του υπνοδωματίου πηγαίνοντας να ανάψω το φως δέχτηκα επίθεση από δύο αγνώστους άνδρες οι οποίοι προφανώς ήταν εντός της οικίας μου. Αφού με χτύπησαν, μου έβγαλαν τα ρούχα και με έδεσαν σε καρέκλα βάζοντας μου μια μαύρη σακούλα στο κεφάλι. Οι δράστες μιλούσαν ρωσική γλώσσα την οποία καταλάβαινα και μιλώ και εγώ.

Έπειτα με χτυπούσαν στη μέση μου γνωρίζοντας ότι έχω κάνει εγχείρηση και στη συνέχεια μου φώναζαν “Εσύ έχεις τα εκατομμύρια…Εμείς ξέρουμε ότι τα έχεις. Δώσε μας και τα χρυσαφικά. Αφού πούλησες το εργοστάσιο που είναι τα χρήματα;”. Στη συνέχεια με οδήγησαν δεμένο στο μπάνιο όπου μου έριχναν ζεστό και κρύο νερό. Από την πρώτη στιγμή τους υπέδειξα που είχα χρήματα και τους υπέδειξα και τα κλειδιά από το χρηματοκιβώτιο.

Αφαίρεσαν περίπου 30.000 ευρώ και από το χρηματοκιβώτιο πλάκες χρυσού περίπου 100.000 ευρώ. Οι δράστες φεύγοντας στις 4 το πρωί αφαίρεσαν το καταγραφικό καμερών. Γύρω στις 7:30 και ενώ ήμουν δεμένος στην καρέκλα με τη σακούλα, προσήλθε ο φίλος μου ο Μιχάλης ο οποίος με βρήκε δεμένο και με βοήθησε να λυθώ». Έτσι περιέγραψε στη πρώτη του κατάθεση ο βιομήχανος που δέχθηκε την επίθεση.

Στη 2η κατάθεση του, δύο ημέρες αργότερα προσέθεσε πως «Οι δράστες αφαίρεσαν το δεύτερο κλειδί από το αυτοκίνητο μου μάρκας Volvo XC -60 καθώς και τρία χρυσά ρολόγια τα οποία είχα αγοράσει αρχές της δεκαετίας του 90. Συγκεκριμένα χρυσό Bovet αξίας 50.000 ευρώ, Girard Peregaut αξίας 65.000 ευρώ και χρυσό Antima 10.000 ευρώ. Δεν μπόρεσα να διακρίνω οπλισμό ούτε με απείλησαν με όπλο. Μόνο κατά τη διαφυγή τους ένιωσα στα χέρια μου να μου βάζουν πιστόλι σαν να ήθελαν τα αποτυπώματα μου».

Λίγες μέρες μετά ο 72χρονος που πλέον έχει αποκτήσει ελληνικό όνομα και ταυτότητα δίνει την 3η κατάθεση και διευκρίνισε πως «Αφαίρεσαν ποσότητα χρυσού βάρους 5,5 κιλών, καθαρότητας 999.9 αξίας 350.000 ευρώ. Μου αφαίρεσαν επίσης το χρηματικό ποσό των 450.000 σε μετρητά από το χρηματοκιβώτιο που είχα στο γραφείο μου στον 4ο όροφο και 30.000 ευρώ από το χρηματοκιβώτιο που είχα στην κρεβατοκάμαρα μου.

Τέλος, μου αφαίρεσαν ένα χρυσό σπάνιο συλλεκτικό ρωσικό αυτοκρατορικό νόμισμα των 15 ρουβλίων του 1897, τρία των 10 ρουβλίων του 1898 και ένα των 5 ρουβλίων του ιδίου έτους μεγάλης αξίας τα οποία δεν μπορώ να προσδιορίσω καθώς είναι αγορασμένα προ 40 ετών στη Μόσχα. Η ζημιά που προκάλεσαν οι δράστες της ληστείας ανέρχεται στο 1.000.000 ευρώ».

Η αναλυτές της Ασφάλειας έχουν πάρει την υπόθεση στα σοβαρά και καλούν συνεχώς το θύμα για διευκρινίσεις. Στην 4η κατάθεση του οι αστυνομικοί τον ρώτησαν πως μετέφερε και πότε τα χρήματα του στην Ελλάδα για να απαντήσει πως «400.000 ευρώ αποτελούν μέρος του 1,5 εκατομμυρίου το οποίο είχα μεταφέρει μέσω τραπεζών πριν από δέκα χρόνια στην Ελλάδα λίγο πριν την οικονομική κρίση, γιατί φοβόμουν το σύστημα στην Ελλάδα, ξεκίνησα να κάνω αναλήψεις και συγκέντρωσα 300.000 ευρώ τα οποία φύλαγα σε δύο χρηματοκιβώτια σπίτι μου. Τον χρυσό τον είχα μεταφέρει εγώ ο ίδιος στην Ελλάδα οδικώς με το αυτοκίνητο μου μάρκας BMW X5».

Η απολογία του εισαγγελέα

Στην απολογία του στον ανακριτή ο 31χρονος κατηγορούμενος (ο μόνος που έχει συλληφθεί), ο οποίος μαζί με τον 55χρονο πατέρα του ανώτατο αξιωματικό της Αστυνομίας στη Μαριούπολη της Ουκρανίας κατηγορούνται ότι ουσιαστικά σχεδίασαν την «δουλειά» υποστήριξε:

«Διαμένω νόμιμα στην Ελλάδα σε ακίνητο πλήρους και αποκλειστικής κυριότητάς μου, ευρισκόμενο στην Σαρωνίδα, είμαι οικογενειάρχης, έγγαμος και κύριο μέλημά μου είναι η φροντίδα και η ανατροφή των ανήλικων τέκνων μου. Ειδικότερα, είμαι παντρεμένος από το 2011 με την Kristina και έχουμε αποκτήσει μαζί τρία τέκνα. Από το 2010 είμαι απόφοιτος του Κρατικού Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Επιστημών της

Μαριούπολης, λαμβάνοντας ανώτατη εκπαίδευση στην Νομική Επιστήμη. Σήμερα εργάζομαι ως Εισαγγελέας στην Εισαγγελία του Αστικού διαμερίσματος Ιντουστριάλνι της πόλης Ντνιπροπετρόβσκ της Ουκρανίας. Την παρούσα χρονική στιγμή βρίσκομαι σε προβλεπόμενη από τον ουκρανικό νόμο άδεια πατρότητας. Η σύζυγός μου, ασχολείται με ξενοδοχειακές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, αποκομίζοντας έτσι εισοδήματα. Συγκεκριμένα, για το έτος 2018 αποκόμισε συνολικά εισοδήματα ποσού 4.981.819 Ουκρανικές Γρίβνες, ήτοι 149.692 ευρώ περίπου, σύμφωνα με την τρέχουσα ισοτιμία, ενώ για το έτος 2019 αποκόμισε συνολικά εισοδήματα ποσού 4.360.732, ήτοι 130.991 ευρώ».

Στην συνέχεια ο 31χρονος Ουκρανός εισαγγελέας αναφέρεται στο θύμα της επίθεσης: «Ο 72χρονός αρχικά καταθέτει ότι είχε στο χρηματοκιβώτιο μόνο χρυσό (αρχικά 3 κιλών που μετά έγινε 5,5) και ρολόγια και ότι έδωσε όλα του τα χρήματα που ήταν 30.000€ καταλήγει να λέει άλλοτε ότι είχε 300.000€ και την 25.2.20 ότι είχε διασκορπισμένα 170.000€ σε διάφορα μέρη του σπιτιού και 450.000€ μετρητά στο χρηματοκιβώτιο του γραφείου του και ο χρυσός που αρχικά άξιζε 100.000€ εν συνεχεία άξιζε 250.000€ εν τέλει στις 6.10.20 κατέληξε ότι άξιζε 350.000€.

Είναι προφανές ότι το θύμα δεν αναφέρει τίποτα εις βάρος μου. Είναι επίσης γεγονός ότι ο πρώτος κατηγορούμενος εργαζόταν κατά διαστήματα για τον πατέρα μου. Κατά το στάδιο της κρατήσεώς μου, έθεσα εις γνώσιν του πατέρα μου τη δικογραφία. Ο πατέρας μου επιθυμεί το ταχύτερο δυνατό να έρθει ενώπιόν σας αυθορμήτως, μου μετέφερε ότι τον πρώτο κατηγορούμενο προσπαθούσε να τον αποφύγει τους τελευταίους μήνες διότι ήταν επίμονος και πιεστικός να κάνει μεροκάματα, να του βρει δουλειά στην Ουκρανία ή στην Ελλάδα.

Ο ίδιος ο πατέρας μου τον απασχολούσε πριν από πολλά χρόνια στην Ουκρανία και μετά όταν ερχόταν στην Ελλάδα ο Λαφαζάν ζητούσε από τον πατέρα μου να τον απασχολεί ως οδηγό και φύλακα. Μου είπε επίσης ο πατέρας μου ότι ο Λαφαζάν είχε τη μητέρα του στη Γλυφάδα σε διεύθυνση την οποία θα προσπαθήσω να μάθω. Επίσης ο πατέρας μου μού μετέφερε ότι ο 72χρονος του είχε πει πως τον χρυσό τον έφερε στην

Ελλάδα μαζί με την σταθερή σύντροφός του επί 15 έτη και τον Ιωάννη Κ, με τον οποίον κατά τα λεγόμενα του στον πατέρα μου τσακώθηκαν για οικονομική διαφορά μεταξύ τους 500.000 ευρώ. Σύμφωνα με τις καταθέσεις του ιδίου προ δεκαετίας μετέφερε ενάμιση εκατομμύριο στην Ελλάδα και από εκείνο το διάστημα ξεκίνησε να κάνει αναλήψεις χρημάτων τα οποία φυλούσε στο σπίτι. Επίσης, είχε φέρει τον χρυσό το έτος 2014 και 2015.

Στο διάστημα αυτό της δεκαετίας και πενταετίας ο ίδιος δέχεται ότι ο Γιούρε που βοηθούσε Ρώσους και Ουκρανούς να αποκτήσουν έγγραφα και ήταν επαγγελματίας αθλητής πυγμάχος πολεμικών τεχνών σε κλουβί γνώριζε ότι είχε στο σπίτι του χρήματα και χρυσό».

H νομική άποψη

Ο συνήγορος του συλληφθέντος Σταύρος Γεωργόπουλος τονίζει στο ΘΕΜΑ: «Η έρευνα των αξιωματικών που χειρίστηκαν την υπόθεση είναι αξιέπαινη ως προς την προσπάθεια ταυτοποίησης των φερόμενων δραστών, για έναν εκ των οποίων φαίνεται να υπάρχει αντικειμενικό εύρημα ως προς την εμπλοκή του. Ωστόσο, χωρίς ποτέ να έχει τεθεί ζήτημα ύπαρξης ηθικού αυτουργού, η Αστυνομία θεώρησε υποχρέωσή της να «εφευρεθεί» κάποιος.

Μετά από πλήθος καταθέσεων του παθόντος, με παλινωδίες και αντιφάσεις ως προς τα περιστατικά και την αξία της ζημιάς που υπέστη, έγινε προσπάθεια να αποδοθούν ευθύνες σε οποιονδήποτε μπορεί να γνώριζε ότι ο παθών κατείχε στο σπίτι του χρήματα και χρυσό.

Ο ίδιος ο παθών καταθέτει ότι κατείχε -επί χρόνια- χρήματα και χρυσό σε διάφορα σημεία της οικίας του. Κατά τη διάρκεια των ετών μεγάλος αριθμός ανθρώπων είτε είχαν εργαστεί σε επισκευές και συντηρήσεις της οικίας του είτε επισκέφθηκαν ή είχαν φιλοξενηθεί σε αυτήν.

Συνεπώς, η ιχνηλάτηση των ατόμων που μπορεί απλώς να γνώριζαν –από στόμα σε στόμα- για τα τιμαλφή που κατέχει δεν οδηγεί σε ελεγχόμενο αριθμό και δεν μπορεί να δώσει ασφαλή συμπεράσματα. Τέλος, επειδή είμαι υποχρεωμένος να προστατεύσω την τιμή και υπόληψη των -κατηγορούμενων ως ηθικών αυτουργών- εντολέων μου, οι οποίοι βάλλονται αδίκως οφείλω να δηλώσω αφενός ότι ο ίδιος ο παθών δεν τους κατηγορεί, πολύ περισσότερο όμως, ότι τα ίδια τα στοιχεία της δικογραφίας αποκλείουν το ενδεχόμενο να έχουν την παραμικρή σχέση με τη ληστεία».

protothema.gr